ΥΨΗΛΗ ΤΑΣΗ

Ηλεκτρονικό Περιοδικό της Συνέλευσης «Ανοιχτό Κύκλωμα Ηλιούπολης»

Ο καφές, η καθαριότητα του Δήμου και η Δημοκρατία.

Σε μία πρόσφατη «καφενειακή» κουβέντα εδώ στις γειτονιές μας, εκφράστηκε ο προβληματισμός για την αιτία που ο δήμος μας βρίσκεται σε αυτή την κακή κατάσταση όσον αφορά την καθαριότητα και τους χώρους πρασίνου. Όπως ήταν αναμενόμενο, η κουβέντα κατευθύνθηκε γρήγορα στην ανεπάρκεια της διοίκησης του Δήμου, στην έλλειψη κονδυλίων και στα λοιπά συναφή. Και δικαίως. Όμως δε θα ήθελα να επικεντρωθώ σε αυτά, διότι η συνέχεια μου τράβηξε το ενδιαφέρον λίγο περισσότερο, αφού άκουσα το: «μα δεν υπάρχει παιδεία! Αράζουν πιτσιρικάδες στην πλατεία κάτω από το σπίτι μου και τα αφήνουν όλα χάλια» ή το: «αν βάλουμε τα σχολεία να πάνε να καθαρίσουν τα πάρκα, θα τα σέβονται και δε θα ξαναπετάξουν ούτε μισό σκουπίδι στο δρόμο».

Αμέσως πυροδοτήθηκε μία σειρά σκέψεων στο κεφάλι μου, οδηγώντας στην απάντηση: «μα φυσικά και θα ξαναπετάξουν σκουπίδια». Και ο λόγος είναι απλούστατος: είναι σχεδόν αδύνατον να αναλάβει η κοινωνία την ευθύνη και να σέβεται κάτι, το οποίο δεν αισθάνεται ότι της ανήκει. Για το οποίο έχει τη διαχείριση κάποιος άλλος, εξωγενής παράγοντας. Και ίσως να σκεφτείς ότι άλλες κοινωνίες το καταφέρνουν ή ότι: «έλα ρε φίλε στην Ελλάδα ζούμε, αφού δεν υπάρχει κράτος!». Ναι εντάξει, αλλά πώς μπορούμε να συγκρίνουμε κοινωνίες με διαφορετικές συμπεριφορές που διαμορφώθηκαν από τελείως ανόμοιες ιστορικές διαδρομές; πώς μπορείς να συγκρίνεις κοινωνίες που γαλουχήθηκαν να «νιώθουν» ότι είναι μέρος του Κράτους (Β. Ευρώπη), με κοινωνίες που το σύγχρονο Δυτικό Κράτος (καθώς και οι προγενέστερες αυτοκρατορικές οντότητες που όμως έδιναν την ευκαιρία μίας εν μέρει αυτονομίας λόγω της χαώδους έκτασης) ήρθε ως κάτι εντελώς ξένο να τις εξουσιάσει και να αντικαταστήσει κάτι πιο προωθημένο: την πολιτική παράδοση χιλιάδων ετών συμμετοχής στα «κοινά» και της εν μέρει συνδιαμόρφωσης της μοίρας τους από τις ίδιες, έστω και σε λανθάνουσες μορφές.

Άρα, ίσως μία απάντηση για την αιτία των παραπάνω παθογενειών να είναι η κουλτούρα του «Πολιτεύματος». Η κοινωνία όντας αποκομμένη από τα κέντρα αποφάσεων, δεν έχει καν την ευκαιρία να αποφασίσει (ούτε γνωμοδοτικά) που θα μπει ο κάδος απορριμάτων στη γειτονιά της. Χαμένη λοιπόν στην ιδιωτία της, όχι μόνο θα αναθέσει σε κάποια Δημοτική Αρχή, Περιφέρεια, Κυβέρνηση ή «Κομισιόν» να λαμβάνει τις αποφάσεις και να διαχειρίζεται οτιδήποτε αντί αυτής, αλλά ασυνείδητα θα θεωρήσει το δημόσιο χώρο της ίδιας της γειτονιάς της «ξένο τόπο». Δουλειά της είναι μόνο η κατανάλωση. Αν προσθέσουμε σε όλα αυτά και την απομάκρυνση της κοινωνίας από τον κοινοτικό τρόπο ζωής και την ώθησή της στην αποξένωση και την «ιδιωτικότητα» εξ αιτίας του σύγχρονου τρόπου ζωής και της ανάπτυξης της τεχνολογίας, ο δημόσιος- «κοινός» χώρος δε μας χρησιμεύει ούτε σαν πεδίο έκφρασης των πολιτισμικών μας «τελετουργικών» που απορρέουν από τα κοινά ταυτοτικά μας χαρακτηριστικά, αλλά και σαν επέκταση ούτε σαν τόπος πολιτικών διεργασιών.

Και μετά ακούστηκε το: «Θα έπρεπε να το διδάσκουν στα σχολεία»… και εδώ θα μου επιτρέψετε να γελάσω. Όχι από έλλειψη σεβασμού στο έργο των εκπαιδευτικών. Όμως το ελληνικό σχολείο είναι «δέσμιο» στην αναχρονιστική αντίληψη ότι βρίσκεται εκεί απλά για να «μαθαίνουν τα παιδιά μας γράμματα». Δυστυχώς η εν λόγω αντίληψη, δεν εκφράζεται μόνο από μερίδα της κοινωνίας που δεν έχει σχέση με την εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά και από ένα σημαντικό μέρος των εκπαιδευτικών, ειδικά των παλαιοτέρων. Αν λοιπόν μαθητές και εκπαιδευτικοί είναι παραδομένοι ως ντοπαρισμένα άλογα, στην ακατανόητη κούρσα της κάλυψης της ύλης και των εξετάσεων, πώς περιμένουμε να αλλάξουν νοοτροπία έστω οι επόμενες γενιές; Η μαθητική κοινότητα από την ηλικία των 6 ετών, μεγαλώνει εκπαιδευόμενη σε μία «στείρα» πειθαρχία μέσα από μία εκπαιδευτική διαδικασία στην οποία ουσιαστικά έχει μόνο παθητικό ρόλο, χωρίς καμία συμμετοχή και συνδιαμόρφωση, κόντρα ακόμα και στις πεποιθήσεις της επίσημης παιδαγωγικής επιστήμης. Αυτό το καθεστώς κάθε άλλο παρά ενθαρρύνει τα μέλη να λαμβάνουν πρωτοβουλίες, να αναλαμβάνουν ευθύνες και να συνεργάζονται. Ακόμα και εκείνες οι πρωτοβουλίες εθελοντικών δράσεων (δεντροφυτεύσεις κλπ), ενδοσχολικές δραστηριότητες ή εκλογές μαθητικών εκπροσώπων (5μελή, 15μελή), λίγα πράγματα μπορούν να προσφέρουν, μιας και διαμορφώνονται αποκλειστικά από την κηδεμονία και την αιγίδα κάποιου άλλου εξωτερικού παράγοντα. Άρα πώς είναι δυνατόν όταν οι περισσότεροι μαθητές κατά γενική ομολογία αντιλαμβάνονται το σχολείο περισσότερο σαν σωφρονιστικό ίδρυμα παρά σαν χώρο δημιουργίας και συμμετοχής, να εκλαμβάνουν ευεργετικά αυτού του είδους τις πρωτοβουλίες; Οι μόνες στιγμές σχολικής ζωής που δίνεται η ευκαιρία στους μαθητές να αυτοδιαχειριστούν και να δημιουργήσουν ελεύθερα ίσως ακόμα και μία εναλλακτική πρόταση εκπαιδευτικής διαδικασίας, είναι οι περίοδοι που καταλαμβάνουν τα σχολικά κτίρια. Αλλά και τότε, λόγω έλλειψης καλλιέργειας της κουλτούρας της συμμετοχής και της ευθύνης, προτιμούν αντί να αδράξουν αυτή την ευκαιρία σε πολλές περιπτώσεις να προκαλούν φθορές στο σύμβολο της καταδυνάστευσής τους, δηλαδή στο ίδιο το σχολείο. Τί κρύβεται πίσω από αυτό; η αγωνία να ακουστούν κάνοντας θόρυβο.

Και με εκείνους κι εκείνες που έχουν το ευγενές κίνητρο να συμμετέχουν και να αναλάβουν δράση τι γίνεται; Ακολουθώντας τα ίχνη του ειλικρινούς ενδιαφέροντος εκείνου του μικρού μέρους της κοινωνίας, θα οδηγηθούμε σε ένα άλλο «δυτικότροπο φετίχ». Στην υποκατάσταση της «Κοινωνίας των Πολιτών» από ΜΚΟ ή «απολιτίκ» πρωτοβουλίες τύπου «atenistas», στις οποίες σερνόμαστε πολλές φορές ως «fashion victims» (που λένε και στο χωριό μου) μέσω δράσεων που φαινομενικά αναβλύζουν μία «φωτεινότητα» και «χαρά», αλλά στην ουσία έχουν «ταβάνι» και μάλιστα πολύ χαμηλό. Γιατί χαμηλό ταβάνι; Διότι αν προσπεράσουμε τα αγνά κίνητρα των συμμετεχόντων σε τέτοιου είδους δράσεις, αποτελεί μεγάλη προβληματική ότι η έλλειψη πολιτικού «βάθους» τέτοιου είδους δράσεων, τις οδηγεί στην ρόλο της «πατερίτσας» της ανεπάρκειας των διοικήσεων ή του πολιτικού συστήματος. Δεν καθορίζουν κάτι ουσιαστικό, ούτε μπορούν να βάλουν το λιθαράκι για κάποια κοινωνική αλλαγή. Άρα είναι απλά η εκτόνωση της επιθυμίας για συμμετοχή και μία «ευχάριστη νότα». Θα μπορούσαμε επιπλέον να θυμηθούμε και όλα εκείνα τα προγράμματα όπως «η Βουλή των Εφήβων» ή τα «Δημοτικά Συμβούλια Νέων», τα οποία στήνονται από «επαγγελματίες- διοργανωτές», «project managers- ειδικούς» ή κονδύλια που περνούν μέσα από Ιδρύματα με ονόματα εφοπλιστών. Και ποιά είναι η συμβολή τους στην ώθηση της κοινωνίας να καλλιεργήσει πολιτική κουλτούρα; Μάλλον καμία. Εδώ νομίζω ότι η εικόνα είναι πιο ξεκάθαρη, διότι δεν πρόκειται για διαδικασίες λήψης αποφάσεων και κοινωνικής συμμετοχής, αλλά για ελεγχόμενη προσομοίωση διαδικασιών της αντιπροσωπευτικής -κατ’ ευφημισμόν δημοκρατίας.





Κλείνοντας, θα έλεγα ότι πετάμε τα σκουπίδια μας στο δημόσιο χώρο που στην ουσία ποτέ δεν οικειοποιηθήκαμε και δε διαχειριστήκαμε, ποτέ δε στήσαμε τα πανηγύρια μας, ποτέ δεν αποτέλεσε τον «κοινό τόπο» μας, ποτέ δεν αποφασίσαμε γι αυτόν, όπου σταματήσαμε να στήνουμε αυτοσχέδια τέρματα για να παίξουμε μπάλα. Και όλα αυτά μέχρι να έρθει κάποιος «σωτήρας» για να τον «αξιοποιήσει» με επενδυτικές πρωτοβουλίες, «ξεβλαχεύοντάς» μας με ανάπτυξη και σώζοντάς τον από εμάς τους «καταστροφικούς βάρβαρους». Όσο για τη διαχείριση του Δήμου στους τομείς καθαριότητας και πρασίνου, τα συμπεράσματα δικά σας. Δεν μπορώ να ασχοληθώ τώρα, έχω το φαΐ στη φωτιά.

Διαδώστε: